Η ΜΟΥΣΙΚΗ ΚΑΙ Η ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ

Το μουσικό υπόβαθρο ενός παιδιού φαίνεται να συσχετίζεται με την πυκνότητα του φλοιού σε «σημεία του εγκεφάλου που παίζουν καθοριστικό ρόλο στον έλεγχο της αναστολής, καθώς και στις πτυχές της επεξεργασίας του συναισθήματος».

Σε μια νέα μελέτη με τίτλο ‘‘Η μεγαλύτερη έρευνα συσχέτισης ανάμεσα στην εκμάθηση ενός μουσικού οργάνου και την ανάπτυξη του εγκεφάλου’’ μια ομάδα παιδοψυχιάτρων του Vermont College of Medicine, βρήκε ότι η μουσική εκπαίδευση μπορεί να βοηθήσει τα παιδιά στην εστίαση της προσοχής, στον έλεγχο των συναισθημάτων τους και στην μείωση του άγχους.

Η έρευνα, συνεχίζοντας προηγούμενες μελέτες, χρησιμοποιεί τα εγκεφαλογραφήματα 232 παιδιών ηλικίας 6 έως 18 ετών.

Καθώς τα παιδιά μεγαλώνουν, ο φλοιός -το εξωτερικό στρώμα του εγκεφάλου– αλλάζει σε πάχος. Σε προηγούμενη ανάλυση δεδομένων MRI είχε ανακαλυφθεί ότι η πύκνωση ή η αραίωση του φλοιού, σε συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφάλου, αντανακλούσε την εμφάνιση άγχους και κατάθλιψης, προβλήματα προσοχής, επιθετικότητας και θέματα ελέγχου της συμπεριφοράς, ακόμη και σε υγιή παιδιά, σε εκείνα δηλαδή που δεν είχαν διαγνωστεί με κάποια διαταραχή ή ψυχική ασθένεια. Με αυτή τη μελέτη, οι ερευνητές ήθελαν να δουν το κατά πόσο μια θετική δραστηριότητα, όπως η μουσική εκπαίδευση, θα επηρέαζε τους δείκτες στον φλοιό.

Η μελέτη υποστηρίζει το "The Vermont Family Based Approach", ένα μοντέλο που που δημιούργησε ο James Hudziak, βασικός συντάκτης της μελέτης, για να αποδείξει ότι το σύνολο του περιβάλλοντος ενός νεαρού ατόμου - οι γονείς, οι δάσκαλοι, οι φίλοι, τα κατοικίδια ζώα, οι εξωσχολικές δραστηριότητες - συμβάλλουν στην ψυχολογική υγεία του. «Η μουσική είναι ένα κρίσιμο συστατικό στο μοντέλο μου», λέει ο Hudziak.

Οι συγγραφείς βρήκαν αποτελέσματα τα οποία επιβεβαίωσαν τις υποθέσεις τους. Όταν παίζει κανείς μουσική, μεταβάλλονται οι κινητικές περιοχές του εγκεφάλου, επειδή η δραστηριότητα αυτή απαιτεί τον έλεγχο και τον συντονισμό των κινήσεων. Ακόμη πιο σημαντικό για τον Hudziak ήταν οι αλλαγές στις περιοχές ρύθμισης της συμπεριφοράς του εγκεφάλου. Για παράδειγμα, η μελέτη της μουσικής επηρεάζει το πάχος στο τμήμα του φλοιού που σχετίζεται με την «εκτελεστική λειτουργία, συμπεριλαμβανομένης της εργασιακής μνήμης, τον έλεγχο προσοχής, καθώς και την οργάνωση και τον προγραμματισμό για το μέλλον», γράφουν οι συγγραφείς.

Το μουσικό υπόβαθρο ενός παιδιού φαίνεται να συσχετίζεται με την πυκνότητα του φλοιού σε «σημεία του εγκεφάλου που παίζουν καθοριστικό ρόλο στον έλεγχο της αναστολής, καθώς και στις πτυχές της επεξεργασίας του συναισθήματος».

Τα ευρήματα ενισχύουν την υπόθεση του Hudziak ότι η εκμάθηση βιολιού μπορεί να βοηθήσει ένα παιδί να παλέψει ψυχολογικές διαταραχές, ακόμη καλύτερα και από ένα μπουκάλι χάπια. «Αντιμετωπίζουμε θέματα που προκύπτουν από αρνητικά πράγματα, αλλά ποτέ δεν προσπαθούμε να χρησιμοποιήσουμε θετικά πράγματα ως θεραπεία», λέει ο Hudziak.

Μια τέτοιου είδους προσέγγιση μπορεί να αποδειχθεί δύσκολο να επιτευχθεί. Σύμφωνα με τους συγγραφείς της μελέτης, η έρευνα από το Υπουργείο Παιδείας των ΗΠΑ δείχνει ότι τα 3/4 των Αμερικανών μαθητών Γυμνασίου "σπάνια ή ποτέ" κάνουν εξωσχολικές δραστηριότητες στη μουσική ή τις τέχνες.

«Αυτές οι στατιστικές, όταν λαμβάνονται υπόψιν στο πλαίσιο των παρόντων αποτελεσμάτων νευροαπεικόνισης», γράφουν οι συγγραφείς, «υπογραμμίζουν τη ζωτική σημασία εξεύρεσης νέων και καινοτόμων τρόπων να κάνουν τη μουσική εκπαίδευση ευρύτερα διαθέσιμη στους νέους, ξεκινώντας από την παιδική ηλικία».

ΠΗΓΗ